Πέμπτη 18 Απριλίου 2019

Λονδίνο, Άμστερνταμ ή Βερολίνο

Κάνω το τελευταίο τσιγάρο πριν μπω στο αεροδρόμιο, κάθε νέα πολη με βρίσκει με μια νέα κακιά συνήθεια, λίγο πριν τελειώσω σαν φοιτήτρια έκοψα τους μπάφους εκεί πάνω στη γύρα, μετά το ούζο με έκανε να ξεχνάω και μετά το σεξ. Έκλεισα το πιο φθηνό εισιτήριο και είπα για τελευταία φορά, ήταν η πέμπτη τελευταία φορά. Περίεργο, στους σταθμούς τραίνων, λεωφορείων και αεροδρομίων πάντα ένιωθα πιο οικεία από ένα σπίτι, ήταν η ελευθερία που σου έδιναν.
"Πως είναι να φεύγεις ;  με ρώτησες.  Πως είναι να μένεις;" απάντησα.
Είναι δυνατόν να το θυμάμαι αυτό και ας πέρασαν από πάνω μου πολλα σώματα, δεν μετάνιωσα ούτε για τον πιο κουασιμοδο, δεν μετάνιωσα ούτε για τον μεγαλύτερο αλήτη.
 Πριν προλάβεις να ξανασκεφτεις τα χειρότερα για εμένα, η νυμφομανια ποτέ δεν με ντροπιασε.
Θα σου τα γράψω μιας που λέξη δεν μου πήρες προφορικά από τότε και έχω μπροστά μου μια ώρα να κοιτάω πύλες και αναχωρήσεις.
Θυμάσαι την τελευταία μας φορά ; δεν γύρισες καν να με κοιτάξεις που έφευγα ξημερώματα σου είπα θα είμαι με τα πόδια και δεν ενδιαφέρθηκες παρά να κλείσεις την πόρτα και να διπλοκλειδωσες μην τυχόν και μπω ξανά.
Ήταν ακόμα καλοκαίρι και έβλεπες ζευγαράκια αγκαλιά στο δρόμο και σκεφτόμουν πόσες ώρες ή μέρες τους μένουν να είναι χαρούμενοι μαζί  πριν σιχαθουν ο ένας τον άλλο πριν πετάξει κάποιος τυχαία βαριέμαι να σε γαμησω άλλο, αν σου θυμίζει κάτι αυτό.
Έτσι ήμασταν και εμείς θαυμάσαι; ποσο κράτησε; Όσο ένας καφές μου φάνηκε.
 Ξεκινήσαμε με όλες τις προδιαγραφές της μικροαστης ζωής που υιοθέτησα, καλές δουλειές, νέοι ακόμα, ανεξάρτητοι από κοινωνικά πρότυπα και άλλα ντεκαυλε.
 Πηδιομασταν πριν ακόμα πούμε καλημέρα εγώ στα γρήγορα πριν την δουλειά, άλλες μέρες ήμουν η γραμματέας ή κάτι άλλο. Και ήρθε η μέρα που βαρέθηκες να με γαμας και εγώ σε πηδηξα για τελευταία φορά λέγοντας σου αν δεν είχα καυλες θα είχα ήδη φύγει,τελειωσα ντύθηκα και την έκανα.
Εσύ με έδιωξες οχι γιατί το ληξαμε αλλά γιατί όταν βγήκες στη γύρα να δεις τι παίζει γύρισες με την ουρά στα σκέλια και δεν ήθελα να σε βλέπω σε κάθε μαγαζί που ήμουν δήθεν τυχαία και επειδή δεν είχα επιλογές να πάω αλλού. Και δήθεν τυχαία έμαθες για νύχτες μου με άλλους.
Ωρα επιβίβασης. Αντίο. 

Πέμπτη 4 Απριλίου 2019

Το χαστούκι

Όταν τον γνώρισα ήμουν και εγώ μια από αυτές τις πλήρως απελπισμένες που είχαν αποτραβηχτει από τα εγκόσμια και τον βίο και πολιτεία της λιτσας της κιτσας της μητσας  
"Οι ζωντανοί με τους ζωντανούς και οι νεκροί με τους νεκρούς" ελαγα και ξανά έλεγα σε ώρες επικοινωνίας με το ταβάνι, οι madrugada ηχουσαν χαρούμενοι στα αυτιά μου, κάτι σε requiem, ήταν μια πιο σοφή επιλογή.
 Έχεις νιώσει ποτέ ότι χαραμισες το σώμα σου με κάποιον που δεν άξιζε; έχεις μετρήσει ποτέ οργασμούς που καλύτερα θα ήταν να μην υπήρχαν στη μνήμη σου; Έτσι ένιωσα εκείνο το βράδυ και κάθε επόμενο βράδυ. 
 Κάποιο χειμώνα αλώνιζα δήθεν χαρωπή όπως συνήθιζα σε κάποιο μπαρ παρέα με τεκίλα και φίλους. Μπήκε να πιει καμπαρι συνήθεια παλιά μετά τη δουλειά αναπόφευκτα καθησαμε κοντά αλλά ούτε καν με πρόσεξε,νόμιζα. Θυμάμαι ακόμα, πως παρ όλη την αδυναμία μου μερικά πράγματα δεν τα σηκωνα και η ώρα του τσαμπουκά μου δεν άργησε, σταμάτα να λες μαλακιες γιατί δεν ξέρεις καν ποια είμαι, μια δυο τρεις στο τέλος τον χαστούκισα και ήρθε η πιο χολιγουντιανη στιγμή της ζωής μου, με φίλησε. Καμία ώρα μετά, γυρίσαμε μαζί σπίτι του και οι μέρες άλλαξαν για πάντα. 
 Πέρασαν ώρες πολλές στο μικρό εργενικο σπιτάκι που κάποια στιγμή μας τελείωσαν. 
Σημασία δεν είχε το διάστημα ο χρόνος που κύλισε και έφυγε σημασία έχει ότι το αρχίσαμε μαζί το προσπαθήσαμε μαζί και το τελειώσαμε όταν έπρεπε   
 Τελικά το χαστούκι έπιασε τόπο, δεν ήξερε ποια ήμουν. Το ανακάλυψε βραδιά που περπατούσαμε στους άδειους δρόμους ή ίσως κάποια άλλα που καθομασταν στην παραλία και βλέπαμε αστέρια και αεροπλάνα να περνούν. Ή ίσως να στάθηκε στο μικρό δωμάτιο με το κρεβάτι.